Για τους φθονερούς ανθρώπους, δεν υπάρχει καλή πράξη που να
αξίζει έπαινο, δεν υπάρχει ικανότητα του λόγου που να συνδυάζεται με σεμνότητα
και χάρη, δεν υπάρχει και τίποτα άλλο που να αξίζει τίμηση ή θαυμασμό.
Όπως οι γύπες που ψάχνουν να βρουν ό,τι είναι δύσοσμο, ενώ
πετάνε πάνω από λιβάδια πολλά, πάνω από πολλούς τόπους όμορφους και
ευωδιαστούς, κι όπως οι μύγες που αφήνουν το υγιές μέρος και πάνε πάνω στην
πληγή και κολλάνε, έτσι και οι φθονεροί άνθρωποι παραβλέπουν ό,τι είναι
αξιόλογο και σπουδαίο στη ζωή των ανθρώπων, και κολλάνε στο στραβό.
Κι αν υπάρχει κάτι που δεν πάει καλά – πράγμα συνηθισμένο και
ανθρώπινο – αυτό είναι που λένε σε όλους και με αυτό είναι που θέλουν να
παρουσιάζουν έναν άνθρωπο.
Ακριβώς όπως οι πονηροί ζωγράφοι, που αποκαλύπτουν
την ταυτότητα του μοντέλου τους από τη στραβή τους μύτη ή από κάποια ουλή ή από
μια αναπηρία, εκ φύσεως ή επίκτητη.
Έχουν μάλιστα την τρομερή ικανότητα να κατηγορούν κάτι που
είναι αξιέπαινο, παραποιώντας το για να φαίνεται κακό, και να συκοφαντούν μια
αρετή μεταβάλλοντας την στην αντίστοιχη κακία.
Λένε θρασύ το θαρραλέο και αναίσθητο τον προσεκτικό, λένε το
δίκαιο σκληρό και ένοχο τον αθώο. Αυτόν που είναι σπουδαίος τον κατηγορούν για
ασήμαντο και αυτόν που ζει ελευθέρα τον κατηγορούν άσωτο. Λένε τσιγκούνη τον
οικονόμο.
Γενικά δε δυσκολεύονται να βρούνε ονόματα για όλα τα είδη της
αρετής, ονόματα που τα ξεσηκώνουν από την αντίθετη κακία.
Μέγας Βασίλειος