H ΨΥΧΗ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ
Αποσπάσματα απο το βιβλίο του π. Σεραφείμ Ρόουζ
Στη
σημερινή εποχή, η έρευνα για την ζωή μετά τον θάνατο , μέσω των μεταθανάτιων
εμπειριών, βρίσκεται στην κορύφωσή της και αναμένουμε τα πρώτα
αποτελέσματα. Στην δεκαετία του ’70
ένας αμερικάνος ψυχίατρος ο Ραιμοντ
Μούντυ συγκέντρωσε τις προσωπικές μαρτυρίες
περίπου 150 ατόμων , οι οποίοι είτε είχαν οι ίδιοι πεθάνει ή φτάσει στο κατώφλι του
θανάτου, είτε του διηγήθηκαν τις εμπειρίες που είχαν άλλοι τη στιγμή που
πέθαιναν.
Στο
βιβλίο του life
after life ο Δρ. Ράιμοντ Μούντυ , αναφέρει για την
«εξωσωματική» εμπειρία.
Η «εξωσωματική» εμπειρία
Το
πρώτο πράγμα που συμβαίνει σε έναν άνθρωπο που έχει πεθάνει, σύμφωνα με αυτές
τις περιγραφές, είναι ότι αφήνει το σώμα του και υπάρχει τελείως χωριστά από
αυτό, χωρίς ούτε μία στιγμή να χάνει τη
συνείδησή του. Συχνά, μπορεί να παρατηρεί τα πάντα γύρω του, ακόμα και αυτό το
ίδιο του το νεκρό σώμα και τις προσπάθειες άλλων ανθρώπων να το επαναφέρουν στη
ζωή. Αισθάνεται μία ανώδυνη ζεστασιά και γαλήνη, σαν να «πλέει» ή να
«αιωρείται», είναι τελείως ανίκανος να επιδράσει στο περιβάλλον του με την
ομιλία ή την αφή και έτσι συχνά νιώθει μία έντονη «μοναξιά», οι λειτουργίες της
σκέψης του συνήθως γίνονται πολύ πιο γρήγορες απ’ ότι όταν ήταν μέσα στο σώμα. Παραθέτουμε πιο κάτω μερικά σύντομα αποσπάσματα από αυτές τις
εμπειρίες:
«Η μέρα ήταν πολύ κρύα, ωστόσο εγώ όσο
έπλεα στο απόλυτο εκείνο κενό, ένιωθα μία ζεστασιά και ένα αίσθημα τόσο
ευχάριστο, που δεν το είχα ξαναδοκιμάσει ποτέ ως τότε… Θυμάμαι πώς σκεφτόμουν:
θα πρέπει να έχω πεθάνει».
«Άρχισα να νιώθω τα πιο υπέροχα συναισθήματα.
Ήταν γαλήνη, ηρεμία, χαλάρωση «.
«Τους έβλεπα να αγωνίζονται να με
ξαναζωντανέψουν. Ηταν κάτι παράξενο στ’ αλήθεια. Δεν ήμουν πολύ ψηλά, αλλά
ένιωθα σαν να βρίσκομαι πάνω σ’ ένα βάθρο, μα όχι πολύ ψηλότερα απ’ τους
άλλους. Προσπαθούσα να τους μιλήσω, μα κανείς δε με άκουγε, κανείς δε μου έδινε
προσοχή».
«Από παντού έβλεπα κόσμο να τρέχει στον τόπο
του δυστυχήματος… καθώς με πλησίασαν,
έκανα να παραμερίσω για να μη με τσαλαπατήσουν. Μα δε χρειάστηκε, γιατί με μεγάλη μου κατάπληξη είδα πως
περνούσαν μέσα από το σώμα μου».
«Δεν μπορούσα ν’ αγγίξω τίποτα, ούτε κι
ήταν δυνατό να επικοινωνήσω με κανένα γύρω μου. Ένιωθα ένα αίσθημα μοναξιάς,
ένα αίσθημα απόλυτης ερημιάς. Ήξερα πως ήμουν μόνος, ολομόναχος».
Μερικές
φορές υπάρχει κάποια εντυπωσιακή «αντικειμενική απόδειξη» ότι ένας άνθρωπος
πράγματι βρίσκεται έξω από το σώμα του εκείνη την ώρα, όπως στις περιπτώσεις
στις οποίες είναι σε θέση να επαναλάβει συζητήσεις που έγιναν ή να δώσει
ακριβείς λεπτομέρειες για γεγονότα που συνέβησαν, ακόμα και σε διπλανά δωμάτια
ή και μακρύτερα, ενόσω αυτός ήταν «νεκρός».
Ανάμεσα σε άλλα παρόμοια παραδείγματα, η Δρ.
Κούμπλερ – Ρος αναφέρει την αξιοσημείωτη περίπτωση μίας τυφλής γυναίκας η οποία
«είδε» και αργότερα περιέγραψε με ακρίβεια τα πάντα μέσα στο δωμάτιο όπου
«πέθανε», παρότι όταν επανήλθε στη ζωή ήταν και πάλι τυφλή – μία εντυπωσιακή
ένδειξη για το ότι δεν είναι το μάτι που βλέπει ούτε ο εγκέφαλος που σκέφτεται, αφού οι
διανοητικές λειτουργίες επιταχύνονται μετά το θάνατο. Είναι η ψυχή που επιτελεί
αυτές τις λειτουργίες μέσω των σωματικών οργάνων για όσο διάστημα το σώμα είναι
ζωντανό, αλλά με τη δική της και μόνη δύναμη όταν το σώμα είναι νεκρό.
ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ (μεταθανάτιες εμπειρίες)
Τίποτα
από τα παραπάνω δε θα πρέπει να φαίνεται παράξενο σε έναν Ορθόδοξο Χριστιανό, η
εμπειρία που περιγράφηκε εδώ είναι αυτό που γνωρίζουν οι Χριστιανοί ως χωρισμό
της ψυχής από το σώμα κατά τη στιγμή του θανάτου. Είναι χαρακτηριστικό δείγμα
της απιστίας που επικρατεί στην εποχή μας το ότι αυτοί οι άνθρωποι σπανίως
χρησιμοποιούν το Χριστιανικό λεξιλόγιο ή συνειδητοποιούν ότι είναι η ψυχή τους
που έχει ελευθερωθεί από το σώμα και τώρα βιώνει τα πάντα, συνήθως είναι απλώς
σαστισμένοι από τη νέα κατάσταση στην οποία βρέθηκαν.
Η «φωτεινή ύπαρξη»
Αυτή
η εμπειρία περιγράφεται από τον Δρα Μούντυ ως «το πιο εκπληκτικό από τα κοινά
σε όλες τις διηγήσεις στοιχεία, που άλλωστε άσκησε και τη μεγαλύτερη επίδραση
στα άτομα με εμπειρίες θανάτου».
Οι
περισσότεροι άνθρωποι που βιώνουν αυτήν την εμπειρία περιγράφουν ότι
εμφανίζεται ένα φώς του οποίου η λαμπρότητα αυξάνεται πολύ γρήγορα, και όλοι
αναγνωρίζουν το φώς αυτό ως κάποια προσωπική ύπαρξη, γεμάτη θέρμη και αγάπη, η
οποία ασκεί μαγνητική έλξη στον άνθρωπο που μόλις έχει πεθάνει. Ο προσδιορισμός
της ταυτότητας της φωτεινής ύπαρξης φαίνεται ότι εξαρτάται από το θρησκευτικό
υπόβαθρο του προσώπου στο οποίο εμφανίζεται, η ύπαρξη καθαυτή δεν έχει
αναγνωρίσιμη μορφή.
Μερικοί
την αποκαλούν «Χριστό», άλλοι «άγγελο», όλοι όμως φαίνεται να καταλαβαίνουν ότι
είναι μία ύπαρξη που έχει από κάπου σταλεί με σκοπό κάπου να τους οδηγήσει. Παραθέτουμε στη συνέχεια κάποιες
χαρακτηριστικές περιγραφές:
«Άκουσα τους γιατρούς να λένε πως ήμουν
νεκρός και την ίδια στιγμή ένιωσα να κλυδωνίζομαι σαν να έπλεα στη θάλασσα και
να πέφτω μέσα σε μία σκοτεινή γαλαρία. Θαρρώ πως δεν υπάρχουν λέξεις για να
περιγράψω ακριβώς εκείνο που μου συνέβαινε. Γύρω μου επικρατούσε απόλυτο
σκοτάδι, όταν ξαφνικά είδα εκείνο το φώς. Ήταν ένα φώς πολύ δυνατό, μα στην
αρχή δεν έπιανε πολύ χώρο. Όσο όμως το ζύγωνα όλα και μεγάλωνε».
Ένας
άλλος άνθρωπος που πέθανε ένιωσε να αιωρείται και κατευθύνθηκε «προς εκείνο το καθάριο φώς, εκείνο το
κάτασπρο, δυνατό φώς… Νομίζω πώς τέτοιο φώς δεν υπάρχει πάνω στη γή, γι’ αυτό
και δε μου είναι δυνατό να το περιγράψω. Και μόλο που δεν είδα κανέναν μέσα σε
αυτό το φώς, όμως είχε μία συγκεκριμένη οντότητα, μια δική του προσωπικότητα.
Από μέσα του πήγαζε απέραντη κατανόηση και αγάπη».
«Είχα βγει απ’ το σώμα μου το δίχως άλλο,
γιατί το έβλεπα σωριασμένο εκεί μπροστά μου, πάνω στο χειρουργικό τραπέζι. Η ψυχή μου λοιπόν ήταν λεύτερη. Στην
αρχή ένιωθα δύσκολα, τ’ ομολογώ, μα γαλήνεψα μεμιάς μόλις είδα εκείνο το λαμπρό
φώς, που ενώ όταν πρωτοφάνηκε ήταν αμυδρό, λίγο – λίγο δυνάμωσε για να γίνει
τελικά μια εκθαμβωτική δέσμη από ακτίνες… Σαν πρωτοεμφανίστηκε το φώς, δεν είχα
πολυκαταλάβει τι μου συνέβαινε, μα το συνειδητοποίησα μόλις το φώς με ρώτησε αν
ήμουν έτοιμος να πεθάνω».
Σχεδόν
πάντα, αυτή η ύπαρξη αρχίζει να επικοινωνεί με τον άνθρωπο που μόλις έχει
πεθάνει, περισσότερο με ένα είδος «μεταβίβασης της σκέψης» παρά με προφορικό
λόγο, τους «λέει» πάντα το ίδιο πράγμα, που όσοι βιώνουν αυτήν την εμπειρία το
μεταφράζουν με τις ακόλουθες ερωτήσεις:
«Είσαι προετοιμασμένος να πεθάνεις;» ή «
τι μπορείς να μου δείξεις απ’ όσα έκανες στη ζωή σου;».
Μερικές
φορές επίσης, την παρουσία της φωτεινής ύπαρξης τη συνοδεύει ένα είδος
αναδρομής στα περασμένα γεγονότα της ζωής του ατόμου που πεθαίνει. Ωστόσο, όλοι
τονίζουν ότι η ύπαρξη αυτή δεν εκφέρει απολύτως καμιά «κρίση» σχετικά με τις
ζωές ή τις πράξεις τους, απλώς τους προτρέπει σε έναν απολογισμό της ζωής τους.
Αλλά
και οι Δρες Οσις και Χάρολντσον κατέγραψαν στις μελέτες τους κάποιες εμπειρίες
σχετικά με την εμφάνιση μίας τέτοιας ύπαρξης. Οι δύο επιστήμονες παρατηρούν ότι
η εμπειρία του φωτός αποτελεί «χαρακτηριστική ιδιότητα των υπερκόσμιων
επισκεπτών» και προτιμούν να υιοθετήσουν την άποψη του Δρος Μούντυ σχετικά με
την ονομασία των όντων τα οποία γίνονται ορατά ή αισθητά μέσα σε αυτό το φώς,
αποκαλώντας τα απλώς «φωτεινές μορφές»
και όχι πνευματικά όντα και θεότητες, ταυτίσεις τις οποίες συχνά προσδίδουν οι
άνθρωποι που πεθαίνουν.
Ποια – ή τι – είναι αυτά τα «φωτεινά
όντα»;
Πολλοί
τα αποκαλούν «αγγέλους» και τονίζουν ιδιαίτερα τις θετικές τους ιδιότητες:
είναι «φωτεινές» υπάρξεις, γεμάτες «αγάπη και κατανόηση» και εμφυσούν στον
αποθνήσκοντα την ιδέα της «ευθύνης» για τη ζωή του. Όμως οι άγγελοι τους
οποίους γνωρίζει η Ορθόδοξη Χριστιανική παράδοση είναι πολύ περισσότερο
καθορισμένοι, τόσο ως προς την εμφάνιση, όσο και ως προς το έργο που επιτελούν,
απ’ ότι αυτές οι φωτεινές υπάρξεις».
Για
να το καταλάβουμε αυτό και για ν’ αρχίσουμε να βλέπουμε τις μπορεί να είναι
αυτές οι «φωτεινές υπάρξεις», θεωρούμε αναγκαίο να παρουσιάσουμε την Ορθόδοξη
Χριστιανική διδασκαλία περί αγγέλων, και κατόπιν να εξετάσουμε, ειδικότερα, τη
φύση των αγγέλων που οδηγούν την ψυχή στη μεταθανάτια κατάστασή της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου