Κυριακή 5 Ιουνίου 2016

Η θεραπεία του εκ γεννετής τυφλού

Μοναδική στην Κ. Διαθήκη θεραπεία τυφλού εκ γενετής είναι αυτή που αφηγείται ο ευαγγελιστής Ιωάννης στην περικοπή 9, 1-38. Η απόδοση του φωτός στον τυφλό, πέρα από την αποδεικτική σημασία της για τη μεσσιανική ιδιότητα του Ιησού, έχει και ένα άλλο βαθύτερο νόημα: Είναι σημάδι μιας νέας καταστάσεως πραγμάτων που εισβάλλει μέσα στον κόσμο του σκότους και της τυφλότητας.
 Ο Χριστός ανοίγει τα μάτια των ανθρώπων, για να μπορέσουν να διαπιστώσουν τη νέα ζωή που αυτός προσφέρει σαν δώρο στον κόσμο. 
Πολλοί άνθρωποι, μολονότι έχουν το σωματικό φως, δεν αναγνωρίζουν στο πρόσωπο του Χριστού τον αποκαλυπτόμενο Θεό που εισέρχεται μέσα στην ανθρώπινη ιστορία για να την σώσει από την καταστροφή.



 Έτσι, δικαιώνεται η φράση του Ιησού: «Ήρθα για να φέρω σε κρίση τον κόσμο, έτσι ώστε αυτοί που δεν βλέπουν να βρουν το φως τους, κι εκείνοι που βλέπουν ν’ αποδειχθούν τυφλοί» (Ιω.9,39).
Η παρουσία του Χριστού ως Φωτός του κόσμου και εν συνεχεία του Ευαγγελίου του που διακηρύσσει η Εκκλησία δημιουργούν κρίση μέσα στον κόσμο - βέβαια όχι με την έννοια της κατακρίσεως των ανθρώπων αλλά με την έννοια της υποχρεώσεως που δημιουργείται στον κάθε άνθρωπο να λάβει θέση έναντι αυτού του φωτός. 
Από τη στάση που παίρνει ο καθένας απέναντι στο φως κρίνεται ήδη και προδικάζεται το μέλλον του. Χρειάζεται τόλμη για να δει κανείς κατάματα το φως, να αντικρίσει τη γύμνια του χωρίς να την επενδύει με ψεύτικα και συμβατικά ρούχα, χρειάζεται θάρρος για να συνειδητοποιήσει δυσάρεστες πλευρές του εαυτού του που η ύπαρξή τους τον πληγώνει, να πει το όχι σε πολλές κακές επιθυμίες του που τον συνδέουν με προσωπική ωφέλεια στη ζωή και παράλληλα να πει το ναι στην πρόσκληση του Θεού. Και την τόλμη αυτή την προσφέρει το φως το ερχόμενο στον κόσμο δια του Ιησού Χριστού. 
Το φως αυτό έρχεται σαν μια νέα δημιουργία και ανάπλαση του κόσμου. Είναι χαρακτηριστικό στη διήγηση της θεραπείας του τυφλού ότι ο Ιησούς πλάθει πηλό και επιχρίει τα κλειστά μάτια του τυφλού στέλνοντάς τον μετά να πλυθεί στη δεξαμενή του Σιλωάμ, αφήνοντας έτσι κι ένα περιθώριο συμμετοχής του ανθρώπου στο έργο του Θεού. Όπως ο Θεός, κατά την αρχική δημιουργία του κόσμου (σύμφωνα με τη σχετική διήγηση της Π. Διαθήκης) πλάθει με χώμα τον άνθρωπο, έτσι και ο Ιησούς με τον ίδιο τρόπο αναδημιουργεί το καταστραμμένο από τη φθορά της ασθένειας πλάσμα. 
Ενώ ο θεραπευμένος τυφλός ομολογεί και διακηρύσσει χωρίς φόβο σε όλους την πίστη του στον Χριστό, οι Φαρισαίοι με κάθε τρόπο και μέσο, ακόμη και με εκφοβισμό των γονέων του θεραπευθέντος, προσπαθούν να αρνηθούν την πραγματικότητα του θαύματος. 

Αρνούνται το φως και εξακολουθούν να παραμένουν στο σκότος. 
Δεν τολμούν να κοιτάξουν προς το φώς, γιατί προτιμούν το σκοτάδι που κρύβει και σκεπάζει τα έργα τους. Ο έλεγχος του φωτός δεν είναι αρεστός στους ανθρώπους, των οποίων τα έργα είναι σκοτεινά. Όποιος απορρίπτει το φως του Χριστού και παραμένει στο σκοτάδι, επειδή αυτό το σκοτάδι καλύπτει τα πονηρά του έργα, είναι κατ’ ουσίαν τυφλός έστω και αν έχει τα σωματικά του μάτια..Ο κάθε άνθρωπος κρίνεται από το αν θελήσει να αντικρίσει με θάρρος το φως ή από το αν προτιμήσει το εύκολο σκοτάδι, ιδίως όταν αυτό το τελευταίο τον «βολεύει»! 
του Ιωάννη Καραβιδόπουλου, Ομότ.Καθηγητή της Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου