Αποσπάσματα απο την εκπομπή: Φυγόκεντρος "Κόλαση-Παράδεισος"
2.4 ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ
Στα ευαγγέλια γίνεται συχνή αναφορά στη κόλαση, από τον Κύριο Ιησού Χριστό.
Για την ορθόδοξη θεώρηση όμως η περιγραφή της καταστάσεως, ως πυρ, αφορά μια πνευματική κατάσταση βιώσεως των ανθρώπων, μετά τη Δευτέρα Παρουσία.
Γι αυτό και μέσα από την Ορθόδοξη παράδοση και θεολογία "καταλαβαίνει κανείς εύκολα ότι η κολασμένη ζωή δεν είναι μία ιδιαίτερη κατάσταση που επιβάλλει βάσει ενός νόμου ο Θεός και μάλιστα σε μία φυλακή κτιστών βασάνων", αλλά η αίσθηση του Θεού από την πλευρά τους ως "τιμωρό και εχθρικό"[10].
Έτσι στην ορθόδοξη θεολογία η κόλαση είναι μια διαφορετική κατάσταση από τον παράδεισο, που όμως προκύπτει από την ίδια άκτιστη πηγή και βιώνεται ως διαφορετική εμπειρία.
Γι αυτό στην ορθόδοξη εκκλησία "η ζωή και η αθανασία δεν έχουν πια σχέση με αμοιβές και τιμωρίες...αλλά ερμηνεύονται ως υψηλά επιτεύγματα, ως διαρκής πορεία...στο θείο φως. Παράδεισος και Κόλαση δεν είναι δύο τόποι ξεχωριστοί"[11].
Η εμπειρία αυτή είναι είναι η όραση του Θεού, μέσα στο άκτιστο της θεότητάς του, όπως θα καθοράται μετά τη δευτέρα και ένδοξη παρουσία του.
Έτσι παράδεισος και κόλαση, είναι η ίδια πραγματικότητα, βιούμενη με διαφορετικό τρόπο, ανάλογα την προετοιμασία της ψυχής στον εγκόσμιο βίο.
Γι αυτό και δεν είναι τόπος "δίκης" για τον αμαρτωλό αλλά η δυνατότητα θέασης και βίωσης της μακαριότητας του Θεού, με βάση την καθαρότητα της "καρδιάς" του ανθρώπου, η οποία μέσω της εκκλησίας θεραπεύεται και οδηγείται στην εν Χριστώ τελείωση και το φωτισμό, με τη συνεργό χάρη του Παναγίου Πνεύματος.
Θα λέγαμε πως στην ορθόδοξη πατερική παράδοση η κόλαση δεν έχει καμία σχέση με τιμωρία, αφού ακόμα και αν πολλές φορές "διατηρούνται τέτοιες παραστάσεις...καθίσταται αμεθεξία και ακοινωνησία μεταξύ Θεού και κολασμένων και μεταξύ αυτών των ιδίων που έχουν στερηθεί τη μέθεξη στη χάρη του Θεού"[12], που προκύπτει από τη βουλητική στάση του ανθρώπου[13].
"Η κόλαση είναι αστοχία και αποτυχία στην κίνηση του ανθρώπου να ξεπεράσει την κακή αλλοίωση, να νικήσει το μηδέν, το μη όν και να καρπωθεί το είναι.
Συνάμα ο κολασμένος έχοντας άτρεπτη την ύπαρξή του στη στασιμότητα, εξαιτίας σκλήρυνσης και αμετανοησίας, φλέγεται από επιθυμία που δε μπορεί να ικανοποιηθεί, αφού δεν υπάρχει αντικείμενό της"[14].
Ταυτόχρονα αποβαίνει "τέλεια ακοινωνησία και τέλεια αφιλία"[15].
Όπως υπομνηματίζει και ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός στο "Διάλογο κατά Μανιχαίων" κόλαση "δεν είναι τίποτα άλλο παρά φλόγα που επιθυμεί την κακία και την αμαρτία και φλόγα που αστοχεί στην επιθυμία...επειδή λοιπόν επιθυμούν και δεν έχουν τα αντικείμενα της επιθυμίας καταφλέγονται σα φωτιά από την επιθυμία"[16], τη στιγμή μάλιστα που "ο Θεός δεν αρνείται τη μετάνοια μετά το θάνατο...γιατί δεν μπορεί να "αρνηθεί" τον εαυτό του, αλλά...η ψυχή μετά το θάνατο δεν τρέπεται, [αφού] σκληραίνει στις αχτίδες της θείας δόξας όπως ο πηλός"[17].
Έτσι η πνευματική μετοχή στην κόλαση, αποβαίνει κατεξοχήν ζήτημα του πιστού. Στην παραβολή του πλουσίου με τον Λάζαρο[18], διαφαίνεται, πως ο πλούσιος αρνείται την προσφερόμενη από το θεό σωτηρία, δηλαδή βλασφημεί κατά του Αγίου Πνεύματος και οδηγείται σε κόλαση, από όπου δύναται να δει την ίδια πραγματικότητα με το Λάζαρο, δηλαδή και τον παράδεισο και την κόλαση, αλλά αδυνατεί να βιώσει τον παράδεισο.
Αυτό διότι οι κολασμένοι, λόγω πώρωσης[19] και μη καθαρότητας της καρδίας των, δύναται να δουν ως σωτηρία μόνο το πυρ (άκτιστο), διότι η κατάστασή τους, αδυνατεί να δεχθεί άλλη μορφή σωτηρίας.
Έτσι και αυτοί φτάνουν στην τελείωση, αλλά μόνο οι δίκαιοι τελειούνται σωζόμενοι (δηλαδή ως ακέραια εικόνα του Θεού), καθώς για τους υπολοίπους, η σωτήρια είναι η κόλαση, εξαιτίας ότι εν ζωή επεδίωξαν μόνο την ευδαιμονία.
Δίκαιοι λοιπόν και άδικοι περνούν από το πυρ της Θείας παρουσίας, αλλά οι μεν περνούν "αλώβητοι", οι δε "καιόμενοι", όπως ο Ευθύμιος Ζιγαβηνός (τέλη 11ου - αρχές 12ου αι.) παρατηρεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου