Τρίτη 13 Ιουνίου 2017

Καθρέφτης

Β' ΛΥΚΕΙΟΥ ΗΘΙΚΗ 5.5 ΕΤΕΡΟΤΗΤΑ (5ο δίωρο)


Αλκίνοος Ιωαννίδης-καθρέφτης


Μια μέρα ήρθε στο χωριό η γυναίκα ταραντούλα 
και όλοι τρέξαν να την δουν

Άλλοι της πέταξαν ψωμί κι άλλοι της ρίξαν πέτρα 
απ' την ασκήμια να σωθούν

Κι ένα παιδί της χάρισε ένα κόκκινο λουλούδι, ένα παιδί
Ένα παιδί της ζήτησε να πει ένα τραγούδι, ένα παιδί 

Κι είπε, κι είπε ποτέ σου μην τους πεις τι άσκημοι που μοιάζουν
Αυτοί που σε σιχαίνονται μα στέκουν και κοιτάζουν 

Κι είπε ποτέ σου μη κοιτάς τον άλλο μες στα μάτια
Γιατί καθρέπτης γίνεσαι κι όλοι σε σπαν κομμάτια 

Μια μέρα φέραν στο χωριό άγγελο πληγωμένο τον φέρανε σ' ένα κλουβί
Κι έκοβε εισιτήριο ο κόσμος αγριεμένος την ομορφιά του για να δει

Κι ένα παιδί σαν χάδι ωραίο αγγελούδι, ένα παιδί
Ένα παιδί του ζήτησε να πει ένα τραγούδι, ένα παιδί

Κι είπε, κι είπε αν θέλεις να σωθείς από την ομορφιά σου
Πάρε τσεκούρι και σπαθί και κόψε τα φτερά σου

Κι είπε ποτέ σου μη κοιτάς τον άλλο μες στα μάτια
Γιατί καθρέπτης γίνεσαι κι όλοι σε σπαν κομμάτια

ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ
Πριν από αρκετά χρόνια ο Αλκίνοος ζούσε σε ένα διαμέρισμα στο Βύρωνα. Ήταν κρυωμένος, με πολύ πυρετό και έμεινε στο κρεβάτι για μέρες. Δεν άντεχε άλλο να ξαπλώνει άπραγος, προσπάθησε λοιπόν να διαβάσει κάτι αν και ήταν πάρα πολύ δύσκολο. Διάβασε ένα διήγημα του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, ένα νεανικό του διήγημα που λεγόταν "Ένας πολύ γέρος κύριος με τεράστια φτερά". Κατάλαβε, διαβάζοντας το διήγημα μέσα στον πυρετό του, πως το νόημα του διηγήματος ήταν πως όταν δούμε κάτι το εξαιρετικά ωραίο ή κάτι το εξαιρετικά άσχημο το μισούμε και το πετροβολάμε γιατί εκεί αναγνωρίζουμε ένα μέρος του εαυτού μας που δεν θέλουμε να ξέρουμε ότι υπάρχει. Αργότερα έγινε καλά βέβαια, ξαναδιάβασε το διήγημα, για άλλα πράγματα μιλούσε, αλλά είχε ήδη γράψει το τραγούδι και έτσι έμεινε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...