ΟΙ ΛΑΟΙ ΜΙΛΑΝΕ
Εξαίρετη επιλογή από τις ωραιότερες ιστορίες των λαών της Ασίας, ιστορίες συναρπαστικές με χιούμορ, ερωτισμό, πολλή σοφία, πολλή ανθρωπιά.
ΤΟΥΡΚΙΑ
0 Σουλτάνος κι οι Ρωμιοί
Στην ξακουστή την Ισταμπούλ, δυο ήταν οι πιο σπουδαίοι
έμποροι, κι οι δυο Ρωμιοί: Ο Γεράσιμος ο Κεφαλονίτης κι ο Νικολός ο Χιώτης. Πολλά λεφτά
ο Γεράσιμος, αλλά και πολύ μίσος για τον Νικολό! Πολλά λεφτά ο Νικολός, αλλά και πολύ μίσος για τον Γεράσιμο! Έτσι
είναι οι Ρωμιοί, αυτό είναι το χούι τους. Να τρώγονται σαν τα σκυλιά, και μόνοι τους να γκρεμίζουνε ό,τι ωραίο φτιάνουν!
Μια μέρα, ο μονάκριβος γιος του Σουλτάνου και διάδοχος του
πήγε στα βράχια να ψαρέψει, μα γλίστρησε κι έπεσε στο νερό, κι όπως δεν ήξερε να
κολυμπάει, σίγουρα (θα πνιγότανε αν δεν πέρναγε από κει ο έμπορος Γεράσιμος,
που έπεσε αμέσως στο νερό για να τον σώσει. 0 Μεγάλος Σουλτάνος συγκινήθηκε
και ταραγμένος, ανάστατος, γιατί λάτρευε το μοναχογιό του, γύρισε στον Ρωμιό
και μπροστά σ' όλους που ήταν μαζεμένοι εκεί, χωρίς να το πολυσκεφτεί, ο αγαθός
Σουλτάνος τού είπε:
- Ρωμιέ δεν είμαι αχάριστος. Έσωσες το παιδί μου, ό,τι
αγαπώ περισσότερο στον κόσμο! Μα τον Αλλάχ, ορκίζομαι, για τη χαρά που
μού'δωσες, έλα αύριο εδώ. Κι εγώ, έχεις το λόγο μου, και μάρτυρες όσοι μας ακούνε, ό,τι
κι αν μου ζητήσεις θα στο δώσω!
Μα το
βράδυ σαν έπεσε να κοιμηθεί ο Σουλτάνος, δεν μπόρεσε να κλείσει μάτι.
Στριφογυρνούσε στο κρεβάτι λες και τον ζώσανε τα φίδια! Αυτό που έταξε στην
ταραχή του, τώρα σαράκι μέσα του, τον έτρωγε. Ήταν λάθος του να ορκιστεί, σ'
όλους μπροστά, πως θα δώσει στο Ρωμιό ό,τι κι αν ζητήσει. Οι Ρωμιοί είναι
πονηροί, αχόρταγοι, επικίνδυνοι και δίχως μέτρο, κι ένας θεός μονάχα ξέρει τι
θα ζητούσε τώρα ο αχόρταγος Ρωμιός. Δεν βάσταξε. Πριν ξημερώσει, φώναξε το
Βεζύρη και του τά'πε όλα, όπως γίνανε!
- Σώσε με, Βεζύρη μου, γιατί μπλέχτηκα άσκημα, βρες μου μια λύση! Είσαι
σαΐνι εσύ. Κάνε κάτι για να σωθώ!
Ο Βεζύρης
σκεφτικός, τον ρώτησε:
- Ό,τι έταξες, το έταξες στο Ρωμιό, το Γεράσιμο, τον πλούσιο έμπορα;
- Ναι, σ' αυτόν Βεζύρη μου.
- Ηρέμησε, Σουλτάνε μου, όλα θα πάνε μια χαρά αν μ' ακούσεις και κάνεις
αυτά που θα σου πω. Για κάθε πρόβλημα υπάρχει λύση. Αρκεί, Σουλτάνε μου, να
βρεις το αδύνατο σημείο αυτουνού που έχεις απέναντι σου. Και δεν υπάρχει
άνθρωπος χωρίς αδυναμία. Ησύχασε και άκουσε με...
Αφού τα
είπαν ώρες κι έφεξε η μέρα πια, ο αγαθός Σουλτάνος τράβηξε στην αγορά και
ήρεμος προχώρησε μέσα στο πλήθος που είχε μαζευτεί για ν' ακούσει τι θα ζητήσει
ο Ρωμιός, κι αν αυτό θα του το δώσει, όπως ορκίστηκε στον Αλλάχ, ο Μεγάλος
Σουλτάνος. Ο Γεράσιμος ο έμπορας πλησίασε τον Σουλτάνο, υποκλίθηκε και του
είπε:
- Έταξες ότι θα μου δώσεις ό,τι κι αν σου ζητήσω, γιατί έσωσα το μοναχογιό
σου και διάδοχο του θρόνου
σου. Κι
ορκίστηκες στο μεγάλο Αλλάχ γι' αυτό! Σωστά τα λέω, πολυχρονεμένε μου Σουλτάνε;
- Αλήθειες λες Ρωμιέ. Ζήτα ό,τι θες. Ό,τι η ψυχή σου λαχταρά. Λέγε...
- Σουλτάνε μου, θά'θελα ... άρχισε ο Ρωμιός. Μα ο Σουλτάνος τον σταμάτησε.
- Στάσου Ρωμιέ, πριν πεις τι θέλεις, σου
κάνω γνωστό, ,τι ζητήσεις θα στο δώσω, όμως αποφάσισα, στο Ρωμιό
τον έμπορο το Νικολό το
Χιώτη θα δώσω τα διπλά!
Όλοι τά'χασαν. Ο Γεράσιμος
κοίταξε γύρω ανήσυχα, ανάσανε βαριά, ίδρωσε, κοκκίνισε και ρώτησε βραχνά:
- Θα δώσεις είπες, στο Νικολό το Χιώτη, τα διπλά; 0 Μεγάλος Σουλτάνος
κούνησε το κεφάλι... -Τα διπλά!
Έγινε μια
βαριά σιωπή. Όλοι κάρφωσαν τα μάτια τους στα χείλη του έμπορα ν' ακούσουν τι θα
πει. Όλοι περίμεναν με αγωνία. Τελικά ο έμπορας έσπασε τη σιωπή, λέγοντας κάτι
που έκανε όλους να παγώσουν.
- Θέλω να μου βγάλεις το ένα μάτι!
0 Μεγάλος
Σουλτάνος τά'χασε κι αυτός, που δεν περίμενε ποτέ κάτι τέτοιο, και γύρισε στο
Βεζύρη σαν να ζητούσε τη βοήθεια του. Ο Βεζύρης, ήρεμος, έσκυψε στο αυτί του,
και κάτι του ψιθύριζε, που κανείς άλλος δεν άκουγε από τους γύρω. Τότε ήρεμα ο
Μεγάλος Σουλτάνος γύρισε στο Ρωμιό και του είπε:
-Έμπορα
χάλασες τη συμφωνία. Η συμφωνία ήταν να σου δώσω ό,τι μου ζητήσεις, μα εσύ δεν
ζήτησες, αλλά δίνεις το ένα σου μάτι. Η συμφωνία μας δεν ήτανε να δώσεις, αλλά
να πάρεις. Εγώ ορκίστηκα να δώσω, όχι να πάρω. Η συμφωνία χάλασε και χάλασε
εξαιτίας σου!
Και
μεγαλόπρεπα, αργά, ο αγαθός Σουλτάνος τού γύρισε την πλάτη κι έφυγε. Τον
ακολούθησε κι ο Βεζύρης γελώντας πονηρά...
Όλοι όσοι
ήταν εκεί, σκέφτηκαν: καλός, επιβλητικός ο Σουλτάνος, μα πολύ άπονη ρευτος,
πολύ αγνός, παιδάκι μου, ίδιος αρνάκι άσπρο και παχύ! Όμως, παμπόνηρος σαν
αλεπού, τον έσωσε ο Βεζύρης. Σαΐνι του Σατανά, ο Βεζύρης!
Και τότε
πολλοί σκέφτηκαν ότι ίσως νά'ναι αλήθεια αυτό που πολλοί από καιρό
σιγοψιθύριζαν: ότι τάχα ο Βεζύρης δεν είναι Τούρκος, μα Ρωμιός που τούρκεψε! Μα
μην τα σκαλίζεις.
Άστα! Με τους Ρωμιούς δεν βρίσκεις άκρη.
Άστα! Με τους Ρωμιούς δεν βρίσκεις άκρη.