ΓΙΩΡΓΗΣ
ΜΑΝΟΥΣΑΚΗΣ, “Είν’ ήσυχα στην εκκλησιά…”
Οι
άγιοι ασάλευτοι στο τέμπλο,
ατάραχες
οι φλόγες των κεριών.
Κι
οι γέροντες σκυφτοί, συλλογισμένοι
σα
να προσμένουν κάτι που ίσως
να
βρίσκεται κιόλας στο δρόμο του ερχομού του.
Ο
ψάλτης με μονόκλωνη φωνή επαναλαμβάνει:
«Παρθένος
σήμερον τον Υπερούσιον τίκτει…»
Κι
όλα είναι ήρεμα, πραϋντικά
μια
ειρήνη απλώνεται μέσα σου
σιμώνεις
στα όρια της πίστης.
Ώσπου
ν’ αρχίσουν νά ’ρχονται
οι
πεφυσιωμένοι, να συνωθούνται μπρος στην πύλη
με
πρόσωπα καθημερνά, πολυάσχολα
απαιτώντας
Σώμα και Αίμα
όπως
γυρεύει ο σπιτονοικοκύρης
το
καθυστερημένο νοίκι απ’ το νοικάρη.