Σε
μια εποχή παγκόσμιων κρίσεων- περιβαλλοντικών, υγείας, κοινωνικών, οικονομικών,
φυλετικών, κ.ά.- θα ήταν εύκολο να αναζητήσουμε ανθρώπινες απαντήσεις, π.χ.
επιστημονικές ή οικολογικές. Εκείνο όμως που αυτές οι κρίσεις επιζητούν είναι
μια θεολογική απάντηση στην επιστήμη. Να συλλέξει κανείς τα δεδομένα των
προβλημάτων που αντιμετωπίζει ο κόσμος σήμερα και να αρθρώσει μια θεολογική
απάντηση.
Η ποιήτρια
Christina Rossetti έγραψε κάποτε “Και μάτια διαφορετικά από τα δικά σου /
Φτιάχτηκαν για να κοιτάνε τα λουλούδια.” Σε αυτά τα γεμάτα δύναμη λόγια της
Rossetti, αχνοφαίνεται η ιδέα ότι ο κόσμος δεν δημιουργήθηκε μονάχα για τους
ανθρώπους. Ότι τα δικά μας μάτια δεν είναι τα μόνα που κοιτάνε αυτόν τον κόσμο.
Ότι και τα ζώα έχουν μάτια με τα οποία κοιτάνε τα λουλούδια. Αλλά κι επίσης,
ότι η Κτίση δεν δημιουργήθηκε για τα μάτια του ανθρώπου και για την τέρψη του
ανθρώπου, αλλά μάλλον για τα μάτια του Θεού και για την τέρψη του Θεού. Ξεκινάω
λοιπόν, με την εξής ερώτηση: Τι σημαίνει να βλέπει κανείς τον κόσμο, να βλέπει
τα υπόλοιπα πλάσματα, μέσα από τα μάτια του Θεού;
Κάνοντας αυτή
την ερώτηση, αρχίζω να φέρνω τη θεολογία των ζώων σε διάλογο με τη θεολογία του
σώματος και τη θεολογία της απελευθέρωσης.
Θα μπορούσε τώρα κάποιος να αναρωτηθεί, δεν είναι το απόγειο της
ύβρης να πιστεύεις ότι μπορούμε να δούμε τον κόσμο μέσα από τα μάτια του Θεού;
Και υπό μια έννοια, ναι, φυσικά και είναι. Η θεολογία, με το να αναγνωρίζει το
θείο, έχει ως βασική της προϋπόθεση την αντίληψη ότι δεν είμαστε θεοί.
Συζητώντας για τη δύναμη του ανθρώπου, αυτό είναι ένα μικρό αλλά κρίσιμο
σημείο. Ο άνθρωπος δεν είναι Θεός. Ούτε έχουμε, ούτε θα έπρεπε να επιδιώκουμε
να αποκτήσουμε δύναμη σαν του Θεού. Οπότε, φυσικά, και δεν θα μπορέσουμε ποτέ
να κατανοήσουμε πλήρως τον τρόπο με τον οποίο ο Θεός βλέπει τον κόσμο.
Και όμως σε αυτή την εποχή της κλιματικής κρίσης, όπου ο κόσμος
απεγνωσμένα χρειάζεται τη βοήθεια μας, ποιο είναι το καλύτερο σημείο θεολογικής
εκκίνησης από το να αναρωτηθούμε: Τι βλέπει ο Θεός, ο
δημιουργός, όταν κοιτάζει τον κόσμο του;
Όταν
θέτουμε το ερώτημα, πώς βλέπει ο Θεός τον κόσμο, μπορούμε να ξεκινήσουμε
εξετάζοντας τη βιβλική μαρτυρία. Στην αρχή της Δημιουργίας, ο Θεός
δημιουργεί τα ζώα, τους δίνει τον δικό τους ζωτικό χώρο, τα ευλογεί, και
διακηρύσσει, «ὅτι καλά». (Γεν. 1. 25). Ο Θεός της αγάπης δημιουργεί όχι από
ανάγκη, ευαρεστούμενος με την ύπαρξη των άλλων όντων. Δεν ευχαριστιέται μόνο με
τα ανθρώπινα όντα, αλλά απολαμβάνει και την ομορφιά των φτερών του παγωνιού,
την πραότητα μιας αγελάδας, την ταχύτητα ενός τσιτάχ, το παιχνίδισμα των
δελφινιών και τη δύναμη ενός ρινόκερου. Ο δημιουργός Θεός χαίρεται, ευλογεί και
βλέπει ότι όλα τα πλάσματά Του είναι καλά.
Στη συνέχεια της
αφήγησης της Γένεσης, ακολουθεί το μέρος όπου αναφέρεται πιο
συχνά, η κατ’ εικόνα του Θεού δημιουργία του ανθρώπου. Ο Θεός δίνει στην
ανθρωπότητα μια ξεχωριστή θέση στη δημιουργία, καθώς δημιουργείται κατ’ εικόνα
Του, και στη συνέχεια δίνει στους ανθρώπους «κυριαρχία» επί της δημιουργίας.
(στ.26-8). Αλλά τι είδους κυριαρχία είναι αυτή; Είναι κυριαρχία ως εξουσία,
όπως έχει συχνά ερμηνευθεί; Πρέπει να εξουσιάζουμε τον κόσμο κατά το πρότυπο
του κυρίου και του αφέντη; Η απάντηση δίνεται στο επόμενο εδάφιο, όπου ο Θεός
ευλογεί τους ανθρώπους και τους δίνει μια χορτοφαγική, στην πραγματικότητα
φυτική διατροφή, «καρπὸν σπέρματος σπορίμου» (στ. 29). Πρέπει να αναρωτηθούμε
τι είδους σχέση με τον κόσμο οραματίζεται μια κυριαρχία που έχει στη βάση της
μια φυτική διατροφή; Η απάντηση που προτείνω, είναι αυτή της υπηρεσίας και της
ευθύνης. Πρέπει να φροντίζουμε τον κόσμο, όπως ο Θεός ο ίδιος θα φρόντιζε τον
κόσμο.
Στα ζώα επίσης
δόθηκε μια φυτική διατροφή – «πάντα χόρτον χλωρὸν». Και είναι αυτό το ειρηνικό,
αρμονικό, χορτοφαγικό όραμα του κόσμου που είδε ο Θεός και είπε ότι «ἰδοὺ καλὰ
λίαν» (στ. 31). Η αρχική βασιλεία του Θεού, έτσι όπως Εκείνος την οραματίστηκε,
ήταν μια βασιλεία ειρήνης μεταξύ όλων των πλασμάτων του Θεού. Έτσι, όταν ρωτάμε
τι είναι καλό στα
μάτια του Θεού, η πρώτη απάντηση φαίνεται να είναι ένα ειρηνικό βασίλειο, μια
ειρηνική δημιουργία.
Το να βλέπει
κανείς τον κόσμο μέσα από τα μάτια των ζώων συνεπάγεται ότι έρχεται αντιμέτωπος
με την πραγματικότητα της ταλαιπωρίας και του πόνου δισεκατομμυρίων ζώων
παγκοσμίως με σκοπό το ανθρώπινο κέρδος. Πάνω από εβδομήντα τρία δισεκατομμύρια
αγελάδες, πρόβατα, χοίροι και κοτόπουλα θανατώνονται κάθε χρόνο για ανθρώπινη
κατανάλωση. Εβδομήντα τρία δισεκατομμύρια ζώα, για μόλις 7,8 δισεκατομμύρια
ανθρώπους. Και αυτός ο αριθμός δεν περιλαμβάνει όλα τα ζώα που θανατώνονται για
τροφή, ούτε όλα τα ψάρια και τα πτηνά που θανατώνονται. Η συντριπτική
πλειονότητα των εκτρεφόμενων ζώων εκτρέφονται σε εργοστασιακές φάρμες,
μεγαλώνουν εντατικά, απομακρύνονται από τις μητέρες τους και διατηρούνται σε
συνθήκες όπου μπορεί να μην δουν ποτέ το φως της ημέρας ή να περιφέρονται ελεύθερα,
προτού μεταφερθούν μερικές φορές εκατοντάδες χιλιόμετρα και τελικά σφαγιαστούν.
Σύμφωνα με συντηρητικές εκτιμήσεις, εκατόν δεκαπέντε εκατομμύρια ζώα
χρησιμοποιούνται για πειράματα κάθε χρόνο. Η χρήση και η κακοποίηση των ζώων
είναι τόσο διαδεδομένη που τα ζώα έχουν γίνει αόρατα. Υπό αυτό το πρίσμα, η
πραγματικότητα της ζωής των ζώων απέχει ένα εκατομμύριο μίλια από την
πραγματικότητα ενός ειρηνικού βασιλείου.
Τα
ζώα αυτά έχει αποδειχθεί επιστημονικά ότι αισθάνονται πόνο, υποφέρουν και
βιώνουν μια σειρά συναισθημάτων, όπως φόβο, άγχος και τρόμο. Όσον αφορά τον βασανισμό τους,
ο βασανισμός δισεκατομμυρίων ζώων παγκοσμίως κάθε χρόνο που χρησιμοποιούνται
και κακοποιούνται για το ανθρώπινο κέρδος, αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα
ηθικά ζητήματα της εποχής μας.
Ίσως χειρότερο
ακόμα κι από τον πόνο δισεκατομμυρίων ζώων είναι ότι, διαιωνίζοντας αυτό το
καταναλωτικό μοντέλο, θέτουμε σε κίνδυνο την ίδια τη ζωή μας στον πλανήτη. Η κτηνοτροφία
ευθύνεται για πάνω από το 30% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Επιπλέον, η
κύρια εκπομπή από τη ζωική εκτροφή είναι το μεθάνιο, το οποίο είναι τέσσερις
φορές πιο ισχυρό από το διοξείδιο του άνθρακα. Υπολογίζεται ότι η κτηνοτροφία
συμβάλλει περισσότερο στην κλιματική αλλαγή από ό,τι όλες οι εκπομπές των
μεταφορών (σκάφη, αυτοκίνητα, τρένα, αεροπλάνα κ.λπ.) μαζί. Το ήμισυ της
κατοικήσιμης γης του πλανήτη χρησιμοποιείται για τη γεωργία και περισσότερα από
τα τρία τέταρτα αυτής χρησιμοποιούνται για την εκτροφή ζώων. Αυτά είναι
τεράστια νούμερα, αν τα συνδυάσουμε με τις ιδέες της επισιτιστικής ασφάλειας
και των δικαιωμάτων της γης. Ειδικά μάλιστα, αν αναλογιστεί κανείς ότι παρά το
γεγονός ότι 73 δισεκατομμύρια χερσαία ζώα σκοτώνονται κάθε χρόνο, περίπου
800-900 εκατομμύρια άνθρωποι δεν έχουν αρκετή τροφή για να φάνε.
Χειρότερο
ακόμα, ίσως, και από τις εκπομπές αερίων, είναι το γεγονός ότι η κύρια αιτία
της αποψίλωσης των δασών είναι η αποψίλωση της γης είτε για την εκτροφή
βοοειδών είτε για την καλλιέργεια γης με σκοπό τη διατροφή τους. Οι ερευνητές
του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το να γίνουμε
χορτοφάγοι είναι το πιο αποτελεσματικό πράγμα που μπορούμε να κάνουμε προσωπικά
για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής. Το τι επιλέγουμε να
καταναλώνουμε θα καθορίσει αν θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε την κλιματική
κρίση. Η κλιματική αλλαγή ξεκινά πραγματικά από το πιάτο μας.
Το θέμα, ωστόσο,
δεν αφορά μόνο την κλιματική αλλαγή. Ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζουμε τα
άλλα πλάσματα του Θεού έχει άμεσο αντίκτυπο στους ανθρώπους. Έχουμε δει τις
καταστροφικές επιπτώσεις που μπορούν να έχουν σε εμάς οι ζωονόσοι, δηλαδή οι
ασθένειες που μεταφέρονται από τα ζώα στους ανθρώπους. Κάθε χώρα σε όλο τον
κόσμο επηρεάστηκε από την πανδημία Covid-19, η οποία έχει στις ρίζες της τον
τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζονται τα ζώα στη γεωργία παγκοσμίως.
Επιπλέον,
υπάρχουν ισχυρά επιστημονικά στοιχεία που αποδεικνύουν ότι το να αποτελεί
κανείς μέρος των κύκλων βίας απέναντι στα ζώα είναι κακό για τον άνθρωπο. Οι
άνθρωποι που εργάζονται ή ζουν κοντά σε σφαγεία έχουν στατιστικά περισσότερες
πιθανότητες να εκδηλώσουν βίαιη συμπεριφορά, συμπεριλαμβανομένων των επιθέσεων,
της ενδοοικογενειακής βίας και των φόνων, ενώ έχουν αυξημένα προβλήματα ψυχικής
υγείας.
Μια ενσαρκωμένη
θεολογία των ζώων που υιοθετεί δηλαδή, μια σαρκωτική προσέγγιση, πρέπει να
προχωρήσει πέρα από το να βλέπει και να ρωτήσει
επίσης τι ακούει ο Θεός όταν ακούει τον κόσμο. Μια
απάντηση δίνεται στην Α΄Προς Ρωμαίους, η οποία
αποκαλύπτει πως όλοι μας, άνθρωποι και μη, είμαστε παγιδευμένοι στην κοινή
μοίρα της δημιουργίας, η οποία «συστενάζει» (Ρωμ.8.22). Η δημιουργία
κυριολεκτικά στενάζει, φωνάζει για να ακούσουμε τον πόνο της. Οι αγελάδες
κλαίνε για μέρες, όταν τους παίρνουν τα μοσχάρια τους σε ηλικία μόλις λίγων
ημερών, για να παράγουν γάλα για τους ανθρώπους. Οι λύκοι που πιάνονται στην
παγίδα ουρλιάζουν από τον πόνο, ακρωτηριάζονται προσπαθώντας να ξεφύγουν, μόνο
για να πυροβοληθούν αν δεν μπορούν να ξεφύγουν μετά από ώρες ή ημέρες βασάνων.
Αν μπορούμε πραγματικά να δούμε και να ακούσουμε τις κραυγές των ζώων και τις
κραυγές του κόσμου, μπορούμε να ακούσουμε τι είναι λάθος με τον τρόπο που
έχουμε οικοδομήσει τις κοινωνίες μας.
Αλλά η επιστολή
του αποστόλου δεν αρκείται απλώς και μόνο στο να δηλώνει ότι είμαστε
παγιδευμένοι στον στεναγμό της δημιουργίας. Αντίθετα, ο Παύλος προτείνει ότι
είναι καθήκον μας ως «παιδιά του Θεού» να συμβάλουμε στην απελευθέρωση της
δημιουργίας. Καθώς ο Ιησούς απελευθερώνει τους ανθρώπους από τη «δουλεία της φθοράς»,
τότε είναι καθήκον μας να απελευθερώσουμε τα άλλα πλάσματα από τη φθορά και τη
ματαιότητα (Ρωμ. 8. 18-24). Ο ρόλος της ανθρωπότητας είναι να βοηθήσει στη
λύτρωση της δημιουργίας, να απελευθερώσει τα ζώα από τον πόνο που τους
προκαλούν οι ίδιοι οι άνθρωποι.
Μια τέτοια
θεώρηση δεν είναι καθόλου εύκολο να μεταφραστεί σε πράξη. Η πρακτική της
θεολογίας της απελευθέρωσης των ζώων έχει κόστος. Καλεί τους
ανθρώπους να ακολουθήσουν τον ιερατικό θυσιαστικό ρόλο σύμφωνα με το παράδειγμα
του Ιησού και να θυσιαστούν για τα ζώα και για χάρη του κόσμου. Όλες οι ηθικές
επιλογές έχουν κάποιο κόστος, και με δεδομένο το πλήθος των προβλημάτων που
αντιμετωπίζει ο κόσμος μας, ίσως χρειαστεί να παραιτηθούμε από περισσότερα από
πολλά περισσότερο απ’ όσα θα επιθυμούσαμε για να αντιμετωπίσουμε αυτές τις
κρίσεις.
Το πρώτο βήμα προς την κατεύθυνση της επίλυσης οποιουδήποτε
προβλήματος είναι η αναγνώριση της ύπαρξης του προβλήματος. Βρισκόμαστε
πολιτισμικά, κοινωνικά και πολιτικά σε ένα χάος. Έχουμε θεσμοθετήσει την
ταλαιπωρία των ζώων: Κυνηγάμε, ψαρεύουμε, πυροβολούμε, πειραματιζόμαστε,
κρατάμε σε αιχμαλωσία και χρησιμοποιούμε για ψυχαγωγία δισεκατομμύρια ζώα κάθε
χρόνο. Η χρήση και η κακοποίηση των ζώων έχει καταστεί θεσμός για τον ίδιο τον
τρόπο που διάγουμε τον βίο μας. Η αθωότητα έχει χαθεί. Ακόμα και αν
έχουμε απομακρυνθεί τελείως από αυτό το δίκτυο και καλλιεργούμε μόνοι μας τα
τρόφιμά μας, όσο πληρώνουμε φόρους τα χρήματά μας πηγαίνουν για να στηρίξουν
βιομηχανίες που επηρεάζουν αρνητικά τα ζώα. Είμαστε όλοι σε ένα ηθικό χάος σε
ό,τι αφορά στα ζώα. Το πρώτο βήμα για να αλλάξουμε τα πράγματα είναι να
παραδεχτούμε ότι βρισκόμαστε σε ένα τέτοιο χάος, ότι έχουμε πρόβλημα.
Δεύτερον,
όλοι μπορούμε να κάνουμε ορισμένα μικρά βήματα προκειμένου να συμβάλλουμε στην
καθιέρωση του ειρηνικού βασιλείου ήδη από αυτή την ζωή. Πρόκειται γι’ αυτό που
μου αρέσει να αποκαλώ: προοδευτική απεμπλοκή από τον τραυματισμό των ζώων. Το
μόνο που χρειάζεται, είναι να ξεκινήσουμε κάνοντας το ένα μικρό βήμα μετά το
άλλο. Ας αγοράσουμε καλλυντικά cruelty-free, ας μην υποστηρίζουμε οικονομικά
ζωολογικούς κήπους ή άλλες μορφές ψυχαγωγίας ζώων, ας σώσουμε τα ζώα συντροφιάς
μας, ας μειώσουμε και τελικά ας καταργήσουμε την κατανάλωση ζώων- ας μη φοράμε
γούνα ή δέρμα και ας ζητήσουμε από τους εκλεγμένους αντιπροσώπους μας ότι
ενδιαφερόμαστε για θέματα που αφορούν τα ζώα, έστω και μόνον επειδή αφορούν και
εμάς.
Φυσικά, όλα αυτά
είναι ορισμένες μικρές ατομικές πράξεις, τη στιγμή που χρειαζόμαστε τεράστιες
συστημικές αλλαγές. Αλλά μπροστά σε τέτοια συστημικά, παγκόσμια προβλήματα, η
μικρή αλλαγή είναι μια πράξη πρόκλησης και ελπίδας. Σε μια εποχή που είναι
εύκολο κανείς να νιώθει απελπισία για την κατάσταση του κόσμου, έχει τη
δυνατότητα να κάνει αλλαγές, ένα βήμα τη φορά.
ΠΗΓΗ:
«πολυμερώς και πολυτρόπως»